του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Καθημερινή
1 Φεβρουαρίου 2011
Υποτιμήσεις κάναμε το 1983, το 1985 και το 1998. Και πάρα πολλή «διολίσθηση». Πλην της τελευταίας, δεν μπορούσαμε να κάνουμε διαφορετικά. Δεν μας ωφέλησαν, επειδή το κράτος παρέμενε σπάταλο, οι πολιτικοί εφοβούντο και η κοινωνία απέρριπτε την προσαρμογή σε πρότυπα εντατικότερου ανταγωνισμού.
Από την άποψη αυτή, είναι μάλλον παράξενο πως όσοι ακόμη σήμερα υποστηρίζουν την εξωτερική υποτίμηση βρίσκονται στην Αριστερά. Κάποτε, η αριστερά πτέρυγα είχε την άποψη -και ορθώς- ότι η υποτίμηση ευτελίζει την αξία της εργασίας και διευκολύνει όσους κερδοσκοπούν εναντίον της προσπάθειας αποταμίευσης. Οι καιροί όμως αλλάζουν και οι αριστερές παρατάξεις έχουν υιοθετήσει τη λαϊκίστικη προσέγγιση τριτοκοσμικών σοσιαλιστών παλαιάς κοπής, που ζητούν από το κράτος να «αρνηθεί να πληρώσει». Να ανακοινώσει δηλαδή την πτώχευση, ώστε να εκβιάσει τους πιστωτές μας σε μια νέα διαπραγμάτευση, με την οποία θα τους δώσουμε να καταλάβουν ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι να τους πληρώσουμε όσα περιμένουν, όσα δηλαδή χρωστούμε.
Δυστυχώς, μεταξύ των στελεχών της πολιτικής μας ζωής ελάχιστοι έχουν παρακολουθήσει προσεκτικά πώς εξελίχθηκε ο κόσμος τις προηγούμενες δύο δεκαετίες. Θα γνώριζαν ότι μια υποτίμηση όπως εκείνη που έχουν κατά νου, όταν συμμετέχεις σε ενιαία αγορά εμπορευμάτων και κεφαλαίων, δεν έχει καμία διαρκή θετική επίπτωση στην οικονομία. Η «ανάσα» που προσφέρει είναι προσωρινή και, κατά κανόνα, εξατμίζεται από κερδοσκοπικές τοποθετήσεις επενδυτών, μεταξύ των οποίων και η πρόκληση υψηλού πληθωρισμού. Μόλις το αρχικό θετικό σοκ περάσει, η οικονομία κατρακυλά σε χειρότερη θέση στον ανταγωνισμό.
Περισσότερα
No comments:
Post a Comment