του Διονύση Γουσέτη
Καθημερινή
23 Φεβρουαρίου 2011
Ζούμε σήμερα τη δέκατη γενική απεργία σ’ ένα χρόνο. Ούτε τις μισές δεν έφτασαν οι γενικές απεργίες σε όσες χώρες της Ε. Ε. πήραν, όχι λιγότερο αυστηρά, μέτρα λιτότητας. Η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ έχουν κάνει τις γενικές απεργίες ψωμοτύρι. Οι συνδικαλιστές των συντεχνιών και οι επαγγελματίες ταραξίες κάνουν πολλές, αλλά ατελέσφορες, προσπάθειες να μαζικοποιήσουν αυτές τις απεργίες. Το παράδοξο είναι ότι η κυβέρνηση τους βοηθάει με την τακτική της, αφού δίνει την εντύπωση ότι όποιος φωνάζει κάτι παίρνει στο τέλος. «Αφού πήραν πίσω τα μέτρα για τους δικηγόρους, μπορούν να τα πάρουν πίσω και για μας», κραυγάζουν οι συνδικαλιστές των λεωφορείων. Και ο πρωθυπουργός συμπεριφέρεται σαν ανερμάτιστο μειράκιο. Πριν από λίγους μήνες, μας εξηγούσε ότι χάσαμε ένα τμήμα της εθνικής κυριαρχίας μας, αλλά τώρα μας λέει το αντίθετο: ότι δέχεται εντολές μόνο από τον ελληνικό λαό. Ταύτισε έτσι την κυβέρνησή του με τον περιρρέοντα παροξυσμό εναντίον των εκπροσώπων εκείνων των διεθνών οργανισμών, στους οποίους οφείλουμε την καταβολή των μισθών και συντάξεών μας και όχι μόνον.
Για την ερμηνεία αυτού του παροξυσμού δεν αρκεί η έννοια του λαϊκισμού. Ο λαϊκισμός είναι μια ευρεία πρακτική που εφαρμόζεται συχνά, σχεδόν παντού και έχει πολλές αφετηρίες. Κάποιοι έδωσαν την ερμηνεία ότι είναι θέμα ψυχολογικό: δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι είμαστε μια φτωχή χώρα που έζησε, δανειζόμενη, πέραν των δυνατοτήτων της και που τώρα πρέπει να προσγειωθεί σ’ αυτές. Δεν έχουν άδικο, αλλά εγώ νομίζω ότι το πρόβλημα είναι παλαιότερο και κυρίως πολιτιστικό. Το αναδεικνύουν οι εκπομπές του ΣKAΪ για το 1821 και την κατακερματισμένη κοινωνία των επαναστατών, που συγκρούονταν με τους Οθωμανούς και συγχρόνως συγκρούονταν μεταξύ τους για την εξουσία. Ο κατακερματισμός κυριαρχεί μέχρι σήμερα. Μετωπικές συγκρούσεις έζησε η χώρα σε όλη τη διάρκεια των 190 χρόνων ζωής της και φοβάμαι ότι το τέλος της μεταπολίτευσης εγκαινιάζει μία ακόμη.
Περισσότερα
No comments:
Post a Comment