του Πάσχου Μανδραβέλη
Καθημερινή
25 Μαΐου 2011
Ο μεγάλος οικονομολόγος Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ είχε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 μια συμβουλή για τον νεοεκλεγέντα, τότε, πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζον Φ. Κένεντι: «θα διαπιστώσεις» του είπε, «ότι η πολιτική δεν είναι η τέχνη του εφικτού. Είναι η επιλογή μεταξύ του δυσάρεστου και του καταστροφικού». Στην περίπτωσή μας το δυσάρεστο είναι τα μέτρα που ελήφθησαν. Το καταστροφικό θα ήταν να μη ληφθούν.
Για τα μέτρα καθαυτά μπορούν να ειπωθούν πολλά. Και λέγονται πολλά. Ολα αυτά εμπίπτουν στο κόλπο του «άλλου μείγματος» που προτείνει ο κ. Σαμαράς και το οποίο καταλήγει σε μια απέραντη κολοκυθιά. Επειδή υπάρχουν άπειρες διαφορετικές συνταγές δημοσιονομικής πολιτικής, καθένας μπορεί να υιοθετήσει μία και ν’ αρχίσει το παιγνίδι: «Γιατί να φορολογηθεί αυτό;». «Αμ τι να φορολογηθεί;». «Να περικοπεί το άλλο». «Και γιατί να περικοπεί το άλλο;». «Αμ τι να περικοπεί;»... Και η συζήτηση μπορεί να συνεχίζεται αέναα, διανθισμένη βέβαια με τις γνωστές κοινοτοπίες περί «στρατηγικού ρόλου του X οργανισμού στην οικονομία», «της ανάπτυξης που θα μπορούσε να ’ρθει», «κοινωνικής ευαισθησίας», κ.λπ.
Γενικώς, πάντως, για οτιδήποτε κρατικό πάει να ιδιωτικοποιηθεί, ή να κλείσει, ορθώνεται το επιχείρημα «ξέρεις, ρε, ποιος είμαι εγώ, και τι μπορώ να προσφέρω στην εθνική οικονομία;». Από την άλλη για οτιδήποτε πάει να φορολογηθεί στον ιδιωτικό τομέα ορθώνεται το άλλο επιχείρημα: «ξέρεις, ρε, ποιος είμαι εγώ και τι αναπτυξιακές προοπτικές θα είχα αν δεν με φορολογούσαν;».
Ολα αυτά είναι λογικά και εμπίπτουν στην πρακτική των διαρκώς μετακινούμενων σκουπιδοκάδων στους δρόμους των πόλεων. Ολοι θέλουν να σωθεί η οικονομία, αλλά εξόδοις άλλων. Δηλαδή, αν κάποιος είναι συνδικαλιστής της ΔΕΗ και παίρνει 65.000 ευρώ τον χρόνο μόνο οδοιπορικά, φυσικό είναι να παλέψει όσο μπορεί για το... «φθηνό ρεύμα του λαού».
Περισσότερα
No comments:
Post a Comment